Ο πολύγλωσσος συγγραφέας και φιλόλογος γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1862. Το 1877 επιμελήθηκε το Aṭṭeret Baḥurim (Η Κορώνα των Νέων), ένα εβραϊκό – ελληνικό λεξικό του Βιβλίου της Γενέσεως, συμπληρωμένο από μία περίληψη της Εβραϊκής γραμματικής. Αργότερα συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Vessillo Israelitico, Famiglia Israelitica, και Mose.
Γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά μια αντισημιτικού χαρακτήρα διαμάχη τον ανάγκασε να αναχωρήσει για την Ιταλία το 1883. Ενόσω ήταν φοιτητής στο Istituto di Studi Superiori της Φλωρεντίας διορίστηκε διευθυντής του εβραϊκού σχολείου στο Λιβόρνο. Το 1890 αποφοίτησε ως δόκτωρ Φιλοσοφίας με ειδίκευση στα εβραϊκά και τα αραμαϊκά. Επισκέφθηκε επί μακρόν το Παρίσι, από όπου επέστρεψε στην Ελλάδα, αφού είχε συνεισφέρει τα άρθρα «Deux Versions Peu Connues du Pentateuque» στο περιοδικό Revue des Etudes Juives, και «Une Version Grecque du Pentateuque du Seizième Siècle» στο Revue des Etudes Grecques. Λίγο μετά την επιστροφή του, υπηρέτησε ως γραμματέας της τοπικού γραφείου της Alliance Israélite Universelle στην Κέρκυρα, ιδιότητα υπό την οποία έγραψε σχετικά με τα αντισημιτικά γεγονότα του 1891 και τις ακόλουθες δίκες στο Κακουργιοδικείο Πάτρας.
Η διάδοση αντισημιτικής βιβλιογραφίας τον ώθησε να αναλάβει τη μετάφραση στα ελληνικά του έργου του Th. Reinach Histoire des Juifs, που δημοσιεύθηκε στην Αθήνα το 1895. Την ίδια χρονιά παραιτήθηκε από την θέση του στην Κέρκυρα και εγκαταστάθηκε στην Αγγλία. Το 1897, ενόσω βρισκόταν ακόμα στην Αγγλία, δημοσίευσε στο Revue des Etudes Juives ένα άρθρο με οξεία κριτική της Νεοελληνικής μεταγραφής της Πεντατεύχου στην Κωνσταντινούπολη από τον D. C. Hesseling. Το 1899 αντιπροσώπευσε την ελληνική κυβέρνηση στο δωδέκατο συνέδριο Οριενταλιστών. Το 1929 κλήθηκε στη Θεσσαλονίκη για να διδάξει Εβραϊκές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο της πόλης. Αποσύρθηκε το 1936.
Δείτε την Ψηφιακή Παρουσίαση