Τα θρησκειολογικά πλαίσια στα οποία λειτουργούν ο αρχιερέας και ο αρχιραβίνος διαφέρουν πολύ. Υφίσταται όμως ένας συνδετικός κρίκος: Αμφότεροι λογίζονται ως ποιμένες, οδηγοί των ποιμνίων τους.
Το Ολοκαύτωμα στην Ελλάδα (1943-44) έθεσε τους ποιμένες αμφοτέρων των θρησκειών μπροστά σε μεγάλα διλήμματα: Οι αρχιραβίνοι έπρεπε να επιλέξουν ανάμεσα στην υπακοή, την παρέλκυση και την απείθεια. Οι μητροπολίτες έπρεπε να αποφασίσουν σε ποιο βαθμό θα διακινδύνευαν προς χάρη του «άλλου» ποιμνίου της περιοχής τους.
Η διακινδύνευση των μητροπολιτών κλιμακώθηκε από την μέριμνα για την περισυλλογή εβραϊκών ιερών βιβλίων και αντικειμένων, ως την επικίνδυνη εκφορά παρηγορητικού λόγου, και έφτασε μέχρι τις πολύ πιο επικίνδυνες παρεμβάσεις σε Γερμανούς αξιωματούχους.
Βέβαια, η συγκυρία κάθε περίπτωσης ήταν διαφορετική. Την άνοιξη του 1943 η κατάσταση στην Ελλάδα ήταν πολύ δυσχερέστερη από το 1944, όταν πια η Αντίσταση είχε γιγαντωθεί και ο πόλεμος είχε κριθεί. Επίσης, διαφορετική ήταν η κατάσταση σε κάθε γεωγραφική περιοχή, όπου οι τοπικές ιδιαιτερότητες -ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη ένοπλης αντίστασης- διαδραμάτισαν κι αυτές ρόλο.
Το υλικό που συγκεντρώθηκε αφορά τις πόλεις: Αθήνα, Άρτα, Βόλο Διδυμότειχο, Ζάκυνθο, Θεσσαλονίκη, Θήβα, Ιωάννινα, Κέρκυρα, Κόρινθο, Χαλκίδα. Στις πόλεις αυτές ήταν συγκεντρωμένο το 90% του εβραϊκού πληθυσμού της Ελλάδας.
Ο πυρήνας των πληροφοριών μας είναι η έρευνα που πραγματοποίησε η Εκκλησία της Ελλάδος το 1966, απευθύνοντας στις Μητροπόλεις το ερώτημα τι έπραξαν επί Κατοχής για τους εβραίους της περιοχής τους.
Επιστροφή στις Ψηφιακές Εκθέσεις