Οι σχέσεις των δύο εβραϊκών κοινοτήτων της Κέρκυρας, των Γραικών και των Πουλιέζων, είναι αλήθεια ότι δεν υπήρξαν πάντα αρμονικές. Όταν, τον καιρό της εγκατάστασης των Απουλιανών και αργότερα των Ισπανών και των Μαρράνος στην Κέρκυρα, αυτοί ζήτησαν να ενωθούν με την προϋπάρχουσα ρωμανιώτικη κοινότητα, εκείνη αρνήθηκε, φοβούμενη μήπως χάσει τα προνόμια που ήδη απολάμβανε, κυρίως την πολιτική ισότητα. Έτσι το 1551 ιδρύθηκε ξεχωριστή κοινότητα και νέα συναγωγή, ονομαζόμενη «Καάλ Καντόσς» ή «Ιταλιάνο-Κορφιότο» ή «Πουλιέζα». Η αντίθεση στην εβραϊκή λαϊκή μάζα ήταν τέτοια, ώστε να αποφεύγονται ακόμα και τα συνοικέσια μεταξύ Γραικών και Πουλιέζων.
Κάθε κοινότητα είχε το δικό της χωριστό νεκροταφείο και «Χεβρά Γκεμιλούτ», εθελοντική δηλαδή κοινοτική αδελφότητα που αναλάμβανε την ταφική μέριμνα. Εφόσον η οικονομική τους κατάσταση επέτρεπε, η δράση τους επεκτεινόταν και σε άλλους τομείς, όπως η προικοδότηση απόρων κοριτσιών, περίθαλψη απόρων, χρηματική ενίσχυση της Κοινότητας κτλ.
Όταν μετά τα αντισημιτικά γεγονότα του 1891 οι δύο κοινότητες ενώθηκαν κατά παρότρυνση της Alliance Israélite Universelle, οι δύο Χεβρώτ παρέμειναν χωριστές, αντιμαχόμενες η μία την άλλη. Για να αποφύγουν μάλιστα τον έλεγχο της ενωμένης πια Κοινότητας, οι διοικήσεις τους προσέφυγαν το 1932 στη διαδικασία αναγνώρισής τους ως ανεξάρτητων σωματείων κατά την ελληνική νομοθεσία. Αυτό επέδρασε αποσυνθετικά στην ενότητα των Εβραίων του νησιού, παρ’ όλες τις συμφιλιωτικές προσπάθειες των Ραβίνων Αβραάμ Σράιμπερ, ο οποίος αναγκάστηκε να αφήσει τη θέση του μετά από δύο μόνο έτη, και του Ιακώβ Νεχαμά που τον διαδέχτηκε. Απαλλαγμένες από κάθε έλεγχο, σαμποτάριζαν και οι δύο οικονομικά την Κοινότητα, φέρνοντάς την σε ακυβερνησία.
Δείτε την Ψηφιακή Παρουσίαση